Ένας τελείως αντικειμενικός παρατηρητής θα μπορούσε κάλλιστα να απορήσει γιατί το Ντάτσχουντ είναι μια από τις πιο δημοφιλείς ράτσες στην Ευρώπη – αλλά ποιος μπορεί να είναι αντικειμενικός όταν πρόκειται για Ντάτσχουντ; Το Ντάτσχουντ δεν είναι η μεγάλη καλλονή, στερείται της εντυπωσιακής διάπλασης των ράτσων Μπουλ, τη ραφινάτη κομψότητα των Πουντλ και την ευκολία εκπαίδευσης των εργατικών, φυλάκων και αστυνομικών σκυλιών. Η αιτία της δημοτικότητάς του μπορεί να βρεθεί στην πολύπλευρη προσωπικότητα του: φιλικότητα που δεν είναι κολακεία, ζωντάνια μετριασμένη από κοινή λογική και πίστη ανακατεμένη με μια καλή δόση πείσματος – ποιες άλλες ράτσες αξίζουν τέτοια περιγραφή;
Οι πρώτες έρευνες είχαν την τάση να πιστώνουν τη ράτσα με μια ιστορία ακόμα πιο μακριά από εκείνη που δικαιούται και ισχυρίζονταν καταγωγές που έφταναν μέχρι την αρχαία Αίγυπτο και τους πολιτισμούς της Νότιας Αμερικής. Αν και αυτό δείχνει έναν κάπως υπερβολικό ζήλο, είναι γεγονός ότι εκείνα τα κοντοπόδαρα σκυλιά, πρόγονοι του Ντάτσχουντ, υπήρχαν στη νότια Γερμανία πολύ πριν χίλια χρόνια. Φυσικά, ο τύπος έχει αλλάξει σημαντικά τους τελευταίους αιώνες.
Η ειδικότητά του τις πρώτες του μέρες, όπως και σήμερα, ήταν να κυνηγάει κάτω από το χώμα – όσο είναι δυνατό να μιλάει κανείς για ειδικότητα για μια τόσο εύκαμπτη ράτσα, που το ίδιο συχνά χρησιμοποιείται για ιχνηλασία και για να οδηγεί τα θήραμα προς τους κυνηγούς. Όμως τα πιο πολλά Ντάτσχουντ σήμερα είναι πιθανότερο να φυλάγονται σαν κατοικίδια, αν και στην Ευρώπη και τη Σκανδιναβία έχουν την ικανότητα να διατηρούν τις εξαιρετικές ικανότητές τους σαν κυνηγόσκυλα.
Υπήρξε έντονη συζήτηση για το πώς έγινε η διαίρεση τους σε διαφορετικά μεγέθη και υφή τριχώματος. Τα Ντάτσχουντ όλων των τύπων,
όμως, εξελίχτηκαν μέσω μεταλλαγών που έγιναν πριν πολλές εκατοντάδες χρόνια, αλλά ενώ οι λειότριχοι και μακρότριχοι τύποι κέρδισαν γρήγορα δημοτικότητα, η τραχύτριχη ποικιλία πέρασε σταδιακά στο παρασκήνιο και, για κάποιο καιρό, εξαφανίστηκε. Μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα έγιναν προσπάθειες για να ξαναζωντανέψει το τραχύτριχο και χρησιμοποιήθηκαν σαν εξωτερικές διασταυρώσεις, μεταξύ άλλων, Σνάουζερ και Τεριέ Ντάντι Ντιμόν. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν ήταν επιτυχείς και τα τραχύτριχα σήμερα είναι τόσο υψηλής ποιότητας όσο και οι ποικιλίες με τα άλλα τριχώματα.
Υπάρχουν δυο μικρότερες εκδόσεις του Ντάτσχουντ: το Ντάτσχουντ Μινιατούρα και ένας ακόμα πιο μικρός τύπος που σε μερικές χώρες είναι γνωστός σαν Ντάτσχουντ «Κουνέλι» με μέγεθος στην περιφέρεια 354 και 304 χιλιοστά αντίστοιχα. Αυτές οι μινιατούρες εξελίχτηκαν στη Γερμανία στην αρχή του αιώνα αυτού, κυρίως με διασταυρώσεις ανάμεσα στις πιο μικρές από τις κανονικές ποικιλίες, αλλά χρησιμοποιήθηκαν και άλλες μικρές ράτσες. Τα Ντάτσχουντ Μινιατούρες, καθώς και τα «Κουνέλια» μπορεί να είναι τραχύτριχα, λειότριχα ή μα-κρότριχα.
Το Ντάτσχουντ είναι δραστήριο, τολμηρό και ξύπνιο. Είναι κοντο-πόδαρο με μακρύ σώμα και περήφανο παράστημα. Το κεφάλι είναι μακρύ και καλλίγραμμο και λεπταίνει σταδιακά προς τη μύτη. Τα μάτια είναι αμυγδαλόσχημα και δεν πρέπει να έχουν πιο ανοιχτό χρώμα από καστανό. Τα αφτιά είναι στρογγυλεμένα και βρίσκονται κοντά στα μάγουλα. Ο λαιμός είναι μακρύς και κάνει μέτρια καμάρα, η πλάτη μακριά και ελαφρά κυρτή στα λαγόνια, τα πόδια κοντά, ίσια και με ωραία κόκαλα.
Το χρώμα ποικίλλει από μαύρο σε καφέ, σε κόκκινο, σοκολατί, ραβδωτό και πιτσιλωτό. Ένα τυπικό Ντάτσχουντ μέσου μεγέθους δεν πρέπει να ζυγίζει περισσότερο από 9 κιλά.